Σκεψεις επάνω στην ιστορία του Ορασίμα Τάρο του Λευκάδιου Χερν

Η Κατερίνα απο τις Σέρρες βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη την ημέρα της συνάντησης για τον Λευκάδιο Χερν. Ήταν λοιπόν μαζί μας το απόγευμα του Σαββάτου 4/11 στο Πράσινο Δωμάτιο και μοιράζεται κάποιες σκέψεις της για την ιστορία του Ορασίμα Τάρο, την πρώτη από τις τρεις αφηγήσεις της Μαρίας Κομπατσιάρη. Απο την δική μου εμπειρία, το γράψιμο μας κάνει να ξεκαθαρίζουμε και να σταθεροποιούμε τις εντυπώσεις μας για τον κόσμο και αυτο ειναι πολύτιμο. Και φυσικά  βοηθάει να τις επικοινωνήσουμε. 

Εδώ θα βρείτε την ιστορία: «Ουρασίμα», στις σελίδες 88-91 του περιοδικού Διαβάζω 

Πηγή: mawanthology.wordpress 

Ήθελα πολύ να μοιραστώ τις σκέψεις μου επί τόπου, αλλά μετά αφέθηκα να με συνεπάρουν οι τοποθετήσεις των άλλων μελών! Εξαιρετική η παρέμβαση/έρευνα του Γιώργου για τις "πολλαπλότητες/αντιθέσεις" και η σύνδεση με Μπομπ Ντύλαν και Ουίτμαν. Μοιράζομαι μαζί σας λοιπόν τα ακόλουθα:

Από το υλικό που ανάρτησες, βρήκα χρόνο και διάβασα τα βιογραφικά στοιχεία του Λευκάδιου, καθώς επίσης την ιστορία του Ουρασίμα. Έτσι, αισθάνθηκα ότι κάτι καρμικό έγινε, όταν η Μαρία τυχαία επέλεξε να ξεκινήσει την αφήγηση με Ουρασίμα!

Όταν διάβασα το κείμενο, σκέφτηκα και ένιωσα ότι όπως κάθε άνθρωπος που βίωσε ηθελημένη ή μη απουσία (στις ηλικίες των 1~5 ετών), ο Λευκάδιος επέλεξε να ταξιδεύει συχνά και μακριά και να δημιουργεί, να εφευρίσκει ή να ανακαλύπτει ιστορίες. Έτσι έφερε στο φως την ιστορία του Ουρασίμα. Τον τελευταίο η ροή τον έφερε σε άγνωστα αχαρτογράφητα νερά (μόνο, χωρίς τον πατέρα ή αδελφό του για να ψαρέψει, να στηρίξει την οικογένειά του), και αφού απελευθέρωσε ό,τι συμβόλιζε το ιερό (χελώνα) και ξυπνώντας είδε τη γυναίκα με τα κατάμαυρα μαλλιά ντυμένη στα κόκκινα και μπλε. Μια νοητική σύνδεση ή αναφορά με τη μητέρα και τη γυναίκα του στα χρώματα των χωρών προέλευσής τους (μπλε Ελλάδα - μητέρα, κόκκινο Ιαπωνία - σύζυγος).

"Στο νησί πάντα είναι καλοκαίρι": το νησί που όλοι οι ταξιδεμένοι (ενώ όλοι οι μη γαλουχημένοι σε μια ασφαλή-προστατευμένη-σίγουρη οικογενειακή εστία μένουν εκεί, χωρίς την ανάγκη να απομακρυνθούν) αναζητούν ως πατρίδα, λιμάνι, αγκαλιά, προσφέρεται στον Ουροσίμα. Η έλλειψη γεννά εξιδανικεύσεις και αυτός "δεν μπορούσε παρά να την αγαπήσει" αυτή την πανέμορφη κόρη του Δράκοντα Βασιλιά της Θάλασσας. Ο χρόνος στο φως, χάνει τη "βαρύτητά" του. Δεν αγωνιά να περάσει γιατί δοκιμάζεται ή βασανίζεται, δεν καταλαβαίνει πόσο γρήγορα κυλά γιατί είναι ευτυχισμένος. Αποκτά υπόσταση (ο χρόνος), μόλις ενθυμάται, παλινδρομεί, για ό,τι ήταν πραγματικότητα στο παρελθόν. 

Το βάρος στην καρδιά, για όποιους έμειναν πίσω ενώ αυτός είχε τέτοια τύχη (που προέκυψε από τον εγγενή του σεβασμό προς το ιερό και σύμβολο χελώνας),  υπερισχύει, και επιθυμεί να γυρίσει. Δεν ξέρει αν τον έχουν αναζητήσει, δεν ξέρει τι απόγιναν. 

Δημιουργείται η συνθήκη: το κουτί που δεν πρέπει να ανοιχτεί. Φυλαχτό αλλά και εν δυνάμει τιμωρός μαζί. Συμβόλαιο για την αποτροπή αμφισβητήσεων. Υπόσχεση ότι θα παραμείνει πιστός στο φως, ό,τι και να συμβεί.

Τα πάντα αλλάζουν όμως και βρίσκεται αντιμέτωπος με μια άλλη πραγματικότητα που απέχει παρασάγγας απ' ό,τι ήταν στη μνήμη του. "Αλλά τι ήταν αυτή η αυταπάτη και τι ήταν μέσα στο κουτί;" 

Σαν μια διπλή εγκατάλειψη, από το παρελθόν και το παρόν, οι πολλαπλές σκέψεις γίνονται αμφιβολίες, και χωρίς άλλες ερωτήσεις-σκέψεις στον εαυτό του, δρα... απατά, αθετεί την υπόσχεσή του...

Όταν κάνουμε μια επιλογή ή διαμορφώνουμε μια γνώμη, οι πληροφορίες, καθώς και οι ψυχικοί και συναισθηματικοί πόροι, χρησιμοποιούνται για να λάβουμε μια απόφαση, να καταλήξουμε σε ένα συμπέρασμα και να προχωρήσουμε...

Θα μπορούσε να σταματήσει την αδιάκοπη σκέψη, αφού αυτός είναι στην πραγματικότητα ο πραγματικός λόγος της ταλαιπωρίας και της δυσφορίας που εκδηλώνεται. Η προσπάθειά του να λύσει την αμφιβολία μέσω του συλλογισμού ήταν την παγίδα στην οποία μπήκε ο ίδιος και ότι στην πραγματικότητα έχει γίνει η φυλακή του και ο λαβύρινθος από τον οποίο δεν μπορεί πια να βγει. Απλώς, συνεχίζει κανείς να ζει, μακριά από εκείνη την αναζήτηση της τελειότητας, του ελέγχου και της απόλυτης βεβαιότητας που χαρακτηρίζει τη μορφή της εμμονικής σκέψης σε όλες τις παραλλαγές της.

...."και τότε κατάλαβε πως μόνος του κατέστρεψε την ευτυχία του..." και έγινε σκόνη, ξαναγύρισε από εκεί που έφυγε, σκόνη, στο τίποτα. Έγινε μέρος της λήθης, σαν αυτής της καταδίκης της μνήμης που οι Ρωμαίοι εφάρμοζαν κάποτε (η πρακτική της «καταδίκης της μνήμης» (damnatio memoriae) ήταν μια τιμωρία που οι Ρωμαίοι προόριζαν για εκείνους που ήθελαν για κάποιο λόγο να ατιμάσουν. Στο πλαίσιο αυτής, γινόταν οποιαδήποτε προσπάθεια χρειαζόταν προκειμένου να εξαφανιστούν όλα τα στοιχεία, που αποδείκνυαν την ύπαρξη του κάθε τιμωρημένου).

"....Και έπειτα τα χρονικά λέγουν ότι στον 2ο χρόνο του Τεντσιγιό, στη βασιλεία του Μικάδο Γκιοζιουνούα, το παιδί Ουρασίμα έστρεψε στο χωριό του και ξανάφυγε χωρίς να ξέρει κανένας για πού".

και μετά θυμήθηκα αποσπάσματα αυτής της συνέντευξης:

Μεγάλωσα με μια γιαγιά αγράμματη και υστερική. Η μητέρα μου γύριζε με θιάσους μπουλουκιών. Συχνότερη ήταν η απουσία της από την παρουσία της.

Μεγάλωσα, λοιπόν, μέσα στη σχιζοφρένεια της γιαγιάς, σε μια πλατεία Βάθης υποβαθμισμένη από τους οίκους ανοχής.

Πέρασα δύσκολα παιδικά χρόνια. Πέρασα τραγικά.

Τότε δέσποζε η πείνα και η δυστυχία ήταν αφόρητη.

Πολλά παιδιά στη γειτονιά σπατάλησαν τα νιάτα τους.

Δεν έκαναν τίποτα. Παρέμειναν στην κατάθλιψη.

Εγώ τους έλεγα φανταστικές ιστορίες.

Και τους άρεσε. Το παρατσούκλι που μου έβγαλαν ήταν: ''Ο Φαντασίας''.

Μια μέρα με ρώτησε η μητέρα μου: ''Μήπως θες να γίνεις ηθοποιός;''

Και είπα: ''Ναι''. Κι έγινα. 

Θα είμαι πάντα ευγνώμων  - για τη μόρφωση που πήρα - στο Θέατρο Τέχνης.

Ήμασταν υποχρεωμένοι να διαβάζουμε γιατί αλλιώς σε θεωρούσαν αμόρφωτο.

Και στο Θέατρο Τέχνης, δε μπορούσες να είσαι αμόρφωτος.

Έπρεπε να είσαι γνώστης και του Ντοστογιέφσκι, και του Τολστόι και του Τσέχωφ.

Από 'κει και πέρα, ήταν στο χέρι μας πώς θα τα αξιοποιούσαμε όλα αυτά, ανάλογα και με ποιο χάρισμα μας έδωσε ο Θεός, το ταλέντο που λένε.

Νομίζω πως έκανα αρκετά καλά πράγματα.

Έκανα και πολλά κακά, γιατί έμπαινε πάντα στη μέση το θέμα της επιβίωσης.

Λάτρευα από μικρός τον κινηματογράφο. Ήταν παράδεισος το σινεμά για μένα.

Δε θα ξανάρθει αυτή η αίσθηση.Χάθηκε με τα χρόνια της αθωότητας.

Είχα την τύχη να παίξω σε πολύ ωραίες ταινίες, που θεωρούνται κλασσικές σήμερα.

.............................

Εμείς που ζήσαμε τις μεγάλες στερήσεις σαν παιδιά, μοιραία αρχίσαμε να κυνηγάμε τον ήλιο.

Και κυριολεκτικά. Θυμάμαι, σαν παιδί, ένα Χειμώνα στο δρόμο

που δεν έβρισκα συχνά φίλους.

Όπως έπεφτε ο ήλιος σ' ένα κομμάτι του δρόμου, πήγαινα και στεκόμουν εκεί.

Όταν ο ήλιος πήγαινε λίγο πιο πέρα, τον ακολουθούσα.

Τον ακολουθούσα  μέχρι να νυχτώσει."

Γιώργος Κωνσταντίνου

Πηγές: popaganda. gr, Αποσπάσματα από συνέντευξη στον Θεοδόση Μίχο. athensvoice. gr 

Σας ευχαριστώ από καρδιάς, χάρηκα που σας γνώρισα όλους και θα ξαναχαρώ να ανταμώσουμε!

Να είστε όλοι καλά, εμπνευσμένοι, φωτισμένοι, δημιουργικοί, υγιείς, χαρούμενοι!

Εις το επανιδείν,

Κατερίνα απο Σέρρες 


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ακούμε και διαβάζουμε Μπέρτολντ Μπρεχτ για τη 13η συνάντηση μας

Διαβάζουμε, ακούμε, βλέπουμε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη για τη 17η συνάντηση

Γνωρίζουμε τον Λευκάδιο Χερν για τη 14η συνάντηση μας